Φορείς Υλοποίησης

Η Περιφέρεια Ιονίων Νήσων (ΠΙΝ) είναι ο φορέας διαχείρισης του έργου BIOnian και σε αυτή θα παραδοθεί το ψηφιακό εργαλείο παρακολούθησης, λήψης αποφάσεων και ανάδειξης της βιοποικιλότητας της Περιφέρειας, καθώς και ανάπτυξης και άσκησης πολιτικής για την προστασία και τη διατήρησή της. Επίσης η γεωγραφική και περιγραφική βάση δεδομένων της περιβαλλοντικής και χωροταξικής πληροφορίας της Περιφέρειας θα χρησιμοποιηθεί από τη Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού Ιονίου. Η Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού των Ιόνιων Νησιών είναι αρμόδια ιδίως για τον προγραμματισμό και την εφαρμογή της περιβαλλοντικής, χωροταξικής και πολεοδομικής πολιτικής στην Περιφέρεια Ιονίων Νήσων, στο πλαίσιο των αρχών και εθνικών κατευθύνσεων για την προστασία του περιβάλλοντος και τη βιώσιμη ανάπτυξη. Έχει έδρα την Κέρκυρα και συγκροτείται από τα ακόλουθα Τμήματα, τα οποία έχουν επίσης έδρα την Κέρκυρα:

α) Τμήμα Περιβαλλοντικού και Χωρικού Σχεδιασμού, το οποίο είναι αρμόδιο ιδίως για την εξειδίκευση των κατευθυντήριων γραμμών περιβαλλοντικής και χωροταξικής πολιτικής στο επίπεδο της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, το συντονισμό των ενεργειών για την παρακολούθηση και προστασία του περιβάλλοντος, τη διαδικασία προκαταρκτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης και αξιολόγησης έργων και δραστηριοτήτων, την έγκριση περιβαλλοντικών όρων έργων και δραστηριοτήτων, καθώς και κάθε άλλη αρμοδιότητα που έχει απονεμηθεί στην αποκεντρωμένη κρατική διοίκηση σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

β) Τμήμα Πολεοδομικού Σχεδιασμού και Εφαρμογών, το οποίο είναι αρμόδιο ιδίως για την εξειδίκευση των γενικών κατευθύνσεων και οδηγιών στα θέματα πολεοδομικού σχεδιασμού οικιστικής πολιτικής και κατοικίας, καθώς και οικονομικού και κτιριοδομικού κανονισμού, το συντονισμό της υλοποίησης των προγραμμάτων εκτέλεσης έργων που προβλέπονται από τα γενικά πολεοδομικά σχέδια (ΓΠΣ) και τις πολεοδομικές μελέτες, την εκτέλεση αποφάσεων κατεδάφισης αυθαιρέτων κτισμάτων ή κατασκευών που εκδίδονται από την αρμόδια Υπηρεσία του Δήμου σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

Συμμετέχοντες Φορείς


Το Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο (ΜΦΙ), Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ), είναι ερευνητικός φορέας μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που εποπτεύεται από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Οι επιστημονικές δραστηριότητες του Ινστιτούτου είναι οργανωμένες σε τρία Επιστημονικά Τμήματα: το Τμήμα Φυτοπαθολογίας, το Τμήμα Εντομολογίας και Γεωργικής Ζωολογίας, και το Τμήμα Ελέγχου Γεωργικών Φαρμάκων και Φυτοφαρμακευτικής.

Δύναμη του Ινστιτούτου είναι το εύρος και το βάθος της επιστημονικής εξειδίκευσης των στελεχών του καθιστώντας το μοναδικό, όσον αφορά στο συνδυασμό ειδικοτήτων από γεωπόνους και εξειδικευμένους τοξικολόγους, οικοτοξικολόγους, αναλυτικούς χημικούς, περιβαλλοντολόγους και μηχανικούς περιβάλλοντος. Περισσότεροι από 100 επιστήμονες απαρτίζουν το δυναμικό του Ινστιτούτου, το οποίο είναι αφοσιωμένο στην εφαρμοσμένη έρευνα, στην παροχή τεχνικών πληροφοριών, συμβουλών και υπηρεσιών προς το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, στους παραγωγούς και στην ελληνική και ευρωπαϊκή βιομηχανία.

Η παραγόμενη γνώση δίνει τη δυνατότητα σε όλους τους φορείς, που επωφελούνται από αυτήν, να λαμβάνουν τις ορθές και τεκμηριωμένες αποφάσεις και να χαράσσουν πολιτική βασισμένη σε επιστημονικά δεδομένα με άμεση συνέπεια στην ποιότητα της καθημερινής μας ζωής σε εθνικό επίπεδο. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, παρέχει υπηρεσίες στην Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA) με τη συμμετοχή επιστημόνων του σε μόνιμες επιτροπές εμπειρογνωμόνων και με την υλοποίηση προγραμμάτων για λογαριασμό της EFSA. Το ΜΦΙ είναι το μοναδικό Ινστιτούτο της χώρας μας το οποίο έχει επιλεγεί από τη EFSA ως συνεργαζόμενος φορέας στα θέματα εξειδίκευσης του.

Πολύ συχνά το Ινστιτούτο καλείται να αντιμετωπίσει επείγουσες καταστάσεις ή κινδύνους που μπορεί να έχουν μεγάλη σημασία για την προστασία της φυτικής παραγωγής και του αγροτικού εισοδήματος, την προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας (επικίνδυνα υπολείμματα σε εισαγόμενα είδη, ρύπανση νερών από αγροχημικά κα). Για το λόγο αυτό, oι επιστήμονές του επικεντρώνονται στην εκτίμηση και αντιμετώπιση του κινδύνου κατά την πρωτογενή αγροτική παραγωγή και επιπλέον ανταποκρίνονται προς όλες τις επείγουσες καταστάσεις και ανάγκες του σήμερα.

Το ΜΦΙ συντονίζει και συμμετέχει σε ανταγωνιστικά προγράμματα βασικής και εφαρμοσμένης έρευνας, τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσο και εθνικά, όπως τα προγράμματα FP7, HORIZON 2020, LIFE+Environment, EFSA, INTERREG και της ΓΓΕΤ.

Το Ινστιτούτο είναι πιστοποιημένο σύμφωνα με τα ΙSΟ 9001:2008 και ELOT EN 1429 στον τομέα Διαχείρισης Συγχρηματοδοτούμενων Έργων και συνεπώς έχει θέσει σε ισχύ όλες τις απαιτούμενες διαδικασίες, υπηρεσίες και όργανα για τη διοίκηση, διαχείριση, παρακολούθηση και πιστοποίηση/παραλαβή του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου του Υποέργου 1 που θα αναλάβει.

Το ΜΦΙ συμμετέχει στο έργο BIOnian με δύο από τα εργαστηριά του, και συγκεκριμένα το Εργαστήριο μη Παρασιτικών Ασθενειών και το Εργαστήριο Τοξικολογικού Ελέγχου Γεωργικών Φαρμάκων.

Το Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών (ΙΜΣ) με έδρα το Ρέθυμνο της Κρήτης ιδρύθηκε το 1985 και είναι ένα από τα 8 Ινστιτούτα του Ιδρύματος Τεχνολογίας & Έρευνας (ΙΤΕ), το πιο αξιόλογο ερευνητικό κέντρο της Ελλάδας. Σκοπό έχει να προωθήσει την έρευνα στις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες καθώς και την εφαρμογή της επιστήμης και τεχνολογίας στην πολιτιστική κληρονομιά και το περιβάλλον. Έχει διακριθεί για την έρευνα στην ιστορία και τον πολιτισμό που διεξάγει και είναι το μοναδικό ερευνητικό ή πανεπιστημιακό ίδρυμα στη χώρα που έχει τιμηθεί με τέσσερα ERC Grants (2016, 2017, 2018, 2019) που έχουν δοθεί ποτέ στις ανθρωπιστικές επιστήμες στην Ελλάδα.

Τα ερευνητικά προγράμματα του ΙΜΣ έχουν ως αντικείμενο την ιστορία και τον πολιτισμό της Ελλάδας και των άλλων χωρών της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας σε διάφορες ιστορικές περιόδους από την προϊστορία μέχρι και τη σύγχρονη εποχή. Μέχρι σήμερα η διεξαγωγή έρευνας έχει επικεντρωθεί σε τρεις ερευνητικούς άξονες, 1) την Μεσογειακή Ιστορία, 2) τον Μεσογειακό Πολιτισμό και 3) την τεχνολογία της γεωπληροφορικής για Πολιτισμό & Περιβάλλον με δέκα ερευνητικές ομάδες στους τομείς, κέντρα και εργαστήρια του Ινστιτούτου.

Από το 1996, το Εργαστήριο Γεωφυσικής - Δορυφορικής Τηλεπισκόπησης και Αρχαιοπεριβάλλοντος (GeoSat ReSeArch lab) του Ινστιτούτου Μεσογειακών Σπουδών, ως φορέας υλοποίησης του Υποέργου 2 της πράξης BIOnian δραστηριοποιείται στο χώρο των Γεωφυσικών Ερευνών, της Δορυφορικής Τηλεπισκόπησης, των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών, των Τρισδιάστατων Απεικονίσεων και του Αρχαιοπεριβάλλοντος και έχει διακριθεί στον ευρύτερο ελλαδικό και διεθνές ερευνητικό και επιστημονικό χώρο, έχοντας καταξιωθεί στο χώρο της αρχαιολογικής έρευνας και της διαχείρισης των πολιτιστικών μνημείων μέσα από την ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών, τα αποτελέσματα των ερευνητικών του έργων και το πρόγραμμα κατάρτισης και εκπαίδευσης ερευνητών. Εφοδιασμένο με τον καλύτερο και πιο σύγχρονο γεωφυσικό εξοπλισμό που αφορά στη διερεύνηση στόχων μικρού βάθους, καθώς και σε συστήματα που σχετίζονται με την ψηφιοποίηση γεωγραφικών δεδομένων και την ανάπτυξη εφαρμογών Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών, το Εργαστήριο προσφέρει ένα πλήρες πακέτο υπηρεσιών σε σχέση με την αποτύπωση υπεδάφειων αρχαιολογικών στόχων, την χαρτογράφηση φυσικών διαθεσίμων, την ανάπτυξη και διάθεση χαρτογραφικών συνθέσεων μέσω του διαδικτύου και την δημιουργία βάσεων δεδομένων που σχετίζονται με την διαχείριση στατιστικών, γεωγραφικών και ποιοτικών δεδομένων.

Πολύ συχνά το Ινστιτούτο καλείται να αντιμετωπίσει επείγουσες καταστάσεις ή κινδύνους που μπορεί να έχουν μεγάλη σημασία για την προστασία της φυτικής παραγωγής και του αγροτικού εισοδήματος, την προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας (επικίνδυνα υπολείμματα σε εισαγόμενα είδη, ρύπανση νερών από αγροχημικά κα). Για το λόγο αυτό, oι επιστήμονές του επικεντρώνονται στην εκτίμηση και αντιμετώπιση του κινδύνου κατά την πρωτογενή αγροτική παραγωγή και επιπλέον ανταποκρίνονται προς όλες τις επείγουσες καταστάσεις και ανάγκες του σήμερα.

Το Εργαστήριο έχει προχωρήσει σε πολυάριθμες συνεργασίες με πανεπιστημιακούς και ερευνητικούς φορείς από την Ελλάδα και το εξωτερικό σε διεθνές επίπεδο και πέρα από τα όρια της Μεσογείου (π.χ. Αυστραλία, Ιταλία, Αίγυπτος, Σαουδική Αραβία, Τουρκία, ΗΠΑ, Κύπρος, Ουγγαρία, Ν. Κορέα, Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Αγγλία κλπ.). Οι συνεχείς δράσεις του Εργαστηρίου διαχέονται μέσα από επιστημονικές δημοσιεύσεις, διεθνή συνέδρια και ημερίδες.

Το Εργαστήριο αποτελείται από γεωφυσικούς, γεωλόγους, αρχαιολόγους, γεωαρχαιολόγους και μηχανικούς υπολογιστών οι οποίοι μπορούν παράσχουν επαρκή υποστήριξη σε μία σημαντικό εύρος εφαρμογών, διεξάγοντας καινοτόμα έρευνα που σχετίζεται με Περιβαλλοντικά και Πολιτιστικά Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών και διαδικτυακές εφαρμογές GIS και έχει αναπτύξει μια σειρά εφαρμογών που είναι ελεύθερα προσβάσιμες από το διαδίκτυο, καθώς και εξελιγμένες διαδικτυακές υπηρεσίες GIS και χωρικών βάσεων δεδομένων.

Το Ιόνιο Πανεπιστήμιο ως φορέας υλοποίησης του Υποέργου 3 της πρότασης BIOnian ιδρύθηκε το 1984 και απαρτίζεται πλέον από δώδεκα Tμήματα σπουδών, εκ των οποίων έξι ιδρύθηκαν το 2018 με την ενσωμάτωση του Τ.Ε.Ι. Ιονίων Νήσων (Ν. 4559/3.8.2018). Από αυτά τα νέα Τμήματα, τέσσερα θα δεχθούν τους πρώτους φοιτητές το ακαδημαϊκό έτος 2019-2020, ενώ τα άλλα δυο νέα Τμήματα μέχρι το έτος 2021-2022. Κατά το ακαδημαϊκό έτος 2018-2019 λειτουργούν τα εξής: Τμήμα Ιστορίας (1985), Τμήμα Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και Διερμηνείας (1986), Τμήμα Mουσικών Σπουδών (1992), Τμήμα Aρχειονομίας, Βιβλιοθηκονομίας & Μουσειολογίας (1993), Τμήμα Πληροφορικής (2004), Τμήμα Τεχνών Ήχου και Εικόνας (2004).

Γίνεται φανερό από τον αριθμό των Τμημάτων και το αντικείμενο που θεραπεύεται στο καθένα από αυτά, ότι το Ιόνιο Πανεπιστήμιο έχει επιλέξει να κινηθεί σε μικρά και επομένως ελέγξιμα μεγέθη. Παράλληλα, η διασπορά των κτιριακών εγκαταστάσεων των επτά Τμημάτων σε διαφορετικά σημεία του αστικού ιστού της πόλης της Κέρκυρας, της οποίας ο πληθυσμός ανέρχεται σε 40.000 κατοίκους, δηλώνει τη θέληση του Πανεπιστημίου να ενταχθεί στις χωροταξικές δομές μιας πόλης με πλούσιο ιστορικό, πολεοδομικό και αρχιτεκτονικό παρελθόν.

Από το 2018, με την ενσωμάτωση του Τ.Ε.Ι. Ιονίων Νήσων, το Ιόνιο Πανεπιστήμιο επεκτείνει τη λειτουργία του σε άλλα τρία νησιά, την Λευκάδα, την Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο. Έχοντας διατελέσει υπό την κυριαρχία των Βενετών, των Γάλλων, των Άγγλων, τα Επτάνησα διαφοροποιούνται ιστορικά από τις υπόλοιπες ελληνικές επαρχίες, οι οποίες με την κατάλυση του Βυζαντινού Κράτους κατά τον 15ο αιώνα εντάχθηκαν στην Οθωμανική αυτοκρατορία μέχρι τον 19ο και τις αρχές του 20ού, οπότε άρχισε η σταδιακή απελευθέρωσή τους και η ένταξή τους στο νεοελληνικό εθνικό κράτος. Τα Ιόνια νησιά ήλθαν, έτσι, πλησιέστερα στους δυτικούς ευρωπαϊκούς τρόπους ζωής και σκέψης, που με τη σειρά τους άφησαν το στίγμα τους στο αστικό και αγροτικό τοπίο των νησιών, στις νοοτροπίες και στις συνήθειες των ανθρώπων.

Είναι ενδεικτικό ότι το πρώτο ελληνικό Πανεπιστήμιο, η Ιόνιος Ακαδημία, ιδρύθηκε στην Κέρκυρα το 1824 κατά την περίοδο της Aγγλοκρατίας. Από τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα και μέχρι την ένταξη της Eπτανήσου στο νεοελληνικό κράτος το 1864 αναπτύχθηκε εκεί ένα αξιόλογο λογοτεχνικό ρεύμα με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, που πολλά προσέφερε στις πνευματικές ζυμώσεις του σύγχρονου ελληνισμού. Η έδρα του Πανεπιστημίου βρίσκεται στην Κέρκυρα.