Το ανταλλάξιμο Κ (meq/100g εδάφους) είναι κάλιο που προσροφάται σε σωματίδια αργίλου και οργανική ύλη και αποτελεί το 1-2% του συνολικού Κ του εδάφους. Το κάλιο στο εδαφικό διάλυμα είναι η πιο άμεσα διαθέσιμη μορφή Κ για απορρόφηση από τα φυτά.
Ο αφομοιώσιμος φώσφορος (mg/kg) βρίσκεται σε έναν βιογεωχημικό κύκλο στο ανώτερο προφίλ του εδάφους, ενώ ο φώσφορος που βρίσκεται σε χαμηλότερα βάθη εμπλέκεται κυρίως σε γεωχημικές αντιδράσεις με δευτερογενή ορυκτά. Η ανάπτυξη των φυτών εξαρτάται από την ταχεία πρόσληψη φωσφόρου από τη ρίζα που απελευθερώνεται από τη νεκρή οργανική ύλη στον βιοχημικό κύκλο. Ο φώσφορος γενικά είναι περιορισμένος σε προσφορά για την ανάπτυξη των φυτών.
Το ολικό άζωτο (N, mg/g) είναι το άθροισμα των νιτρικών (NO3), των νιτρωδών (NO2), του οργανικού αζώτου και της αμμωνίας (όλα εκφρασμένα σε Ν). Η ανάλυση και η ποσοτικοποίηση του Ν χρησιμοποιείται για την εκτίμηση της διαθεσιμότητας αζώτου από τη φυσική διάσπαση των οργανικών υλικών.
Η οργανική ουσία (%) είναι ο σημαντικότερος παράγοντας στο έδαφος. Αποτελεί την απαραίτητη πηγή ενέργειας για τους ωφέλιμους μικροοργανισμούς του εδάφους. Οι μικροοργανισμοί αυτοί διαλυτοποιούν τα μη αφομοιώσιμα ανόργανα θρεπτικά στοιχεία σε αφομοιώσιμες μορφές για τα φυτά. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να μπορούν να απορροφηθούν όλα τα απαραίτητα θρεπτικά στοιχεία και να χρησιμοποιηθούν από τα φυτά.
Το βάθος του εδάφους καθορίζεται ως ο χώρος ανάπτυξης των ριζών, και ο όγκος εκείνος όπου τα φυτά ικανοποιούν τις ανάγκες τους σε νερό και θρεπτικά συστατικά.
Η κοκκομετρική σύσταση του εδάφους είναι ένα άθροισμα των αναλογιών περιεκτικότητας σε άμμο, ιλύ και άργιλο. Είναι μια φυσική ιδιότητα που επηρεάζει τα βιοφυσικά χαρακτηριστικά όπως, η υδατοϊκανότητα, η κατάσταση γονιμότητας, η διηθητικότητα, η διαβρωσιμότητα, κλπ.
Η υδρομορφία του εδάφους αναφέρεται στο πόσο γρήγορα η περίσσεια νερού φεύγει από το έδαφος λόγω απορροής ή εσωτερικής αποστράγγισης. Επηρεάζει την ανάπτυξη των φυτών και το διαθέσιμο νερό.
Τάξη | Περιγραφή |
---|---|
Εδάφη πολύ καλώς αποστραγγιζόμενα (A) | Χαρακτηρίζονται από απουσία εξανθήσεων σιδήρου και συγκριμάτων μαγγανίου σε όλο το βάθος της εδαφοτομής. Επικρατούν τα καστανωπά χρώματα, το έδαφος συνήθως έχει μεγάλη υδραυλική αγωγιμότητα και το νερό διηθείται στα βαθύτερα στρώματά του. Το έδαφος παραμένει υγρό μόνο κατά την υγρή περίοδο του έτους (διάρκεια υγρών μηνών). Δεν απαιτείται στράγγιση. |
Εδάφη καλώς αποστραγγιζόμενα (B) | Χαρακτηρίζονται από την παρουσία εξανθήσεων σιδήρου και συγκριμάτων μαγγανίου ή γκρίζες εξανθήσεις σε βάθος μεταξύ 100 και 150 εκ. από την επιφάνεια του εδάφους. Επικρατούν τα καστανά χρώματα σε όλο το βάθος της εδαφοτομής. Κατά τη διάρκεια της περιόδου ανάπτυξης των φυτών τα εδάφη αυτά δεν είναι αρκετά υγρά για μακρό χρονικό διάστημα ώστε να επηρεάσουν δυσμενώς την ανάπτυξή τους. Δεν απαιτείται στράγγιση. |
Εδάφη μετρίως αποστραγγιζόμενα (C) | Χαρακτηρίζονται από την παρουσία εξανθήσεων σιδήρου και συγκριμάτων μαγγανίου ή γκρίζων εξανθήσεων σε βάθος μεταξύ 50 και 100 εκ. από την επιφάνεια του εδάφους. Σε μερικά εδάφη της κλάσης αυτής μπορεί να υπάρχουν εξανθήσεις σε βάθος μικρότερο των 50 εκ. αλλά σε ποσοστό μικρότερο από 2%. Ο υπόγειος υδροφόρος ορίζοντας τους υγρούς μήνες ανέρχεται και είναι δυνατόν να επηρεάσει δυσμενώς πολυετείς καλλιέργειες. Τα εδάφη αυτά απαιτούν στράγγιση για ευαίσθητες καλλιέργειες. |
Εδάφη ατελώς αποστραγγιζόμενα (D) | Χαρακτηρίζονται από την παρουσία εξανθήσεων σιδήρου και συγκριμάτων μαγγανίου ή μερικών αναγωγικών θέσεων σε βάθος μεταξύ 30 και 50 εκ. από την επιφάνεια του εδάφους. Το ποσοστό των εξανθήσεων στη στρώση αυτή είναι μικρότερο από 20%. Τα εδάφη αυτά χαρακτηρίζονται από μεγάλη υγρασία για μακρά περίοδο του έτους κοντά στην επιφάνεια, με αποτέλεσμα να επηρεάζονται δυσμενώς οι καλλιέργειες κατά την άνοιξη. Προκειμένου για πολυετείς καλλιέργειες απαιτείται στράγγιση. |
Εδάφη κακώς αποστραγγιζόμενα (E) | Χαρακτηρίζονται από την παρουσία εξανθήσεων σιδήρου και συγκριμάτων μαγγανίου σε βάθος μικρότερο των 30 εκ. από την επιφάνεια του εδάφους ενώ η παρουσία εξανθήσεων σιδήρου και μαγγανίου ή των αναγωγικών θέσεων περιλαμβάνει ποσοστό 20-50% σε βάθος μεταξύ των 30 και 50 εκ. από την επιφάνεια του εδάφους. Τα εδάφη αυτά έχουν υψηλή στάθμη υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα κατά τη διάρκεια των υγρών μηνών του έτους. Προκειμένου για την καλλιέργεια πολυετών φυτών ή πρώιμων ανοιξιάτικων καλλιεργειών απαιτείται στράγγιση. |
Εδάφη πολύ κακώς αποστραγγιζόμενα (F) | Εδάφη με μόνιμη στάθμη υπόγειου ύδατος σε βάθος συνήθως μεγαλύτερο από 75 εκ. από την επιφάνεια του εδάφους. Εάν επικρατούν αναγωγικές συνθήκες σε ποσοστό μεγαλύτερο από 50% σε βάθος από 75-150 εκ., το έδαφος χαρακτηρίζεται με F υδρομορφία. Εάν επικρατούν αναγωγικές συνθήκες σε βάθος μικρότερο από 75 εκ., το έδαφος χαρακτηρίζεται με G υδρομορφία. Εάν υπάρχει εποχιακή διακύμανση του υδροφόρου ορίζοντα, η κλάση υδρομορφίας μπορεί να χαρακτηρισθεί σε συνδυασμό με μία από τις προηγούμενες κλάσεις (π.χ. Ε/F, E/G κλπ.). Τα εδάφη αυτά είναι υγρά μέχρι την επιφάνεια στο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα του έτους, έτσι ώστε να εμποδίζεται η κανονική ανάπτυξη των περισσοτέρων καλλιεργειών. Απαιτείται οπωσδήποτε στράγγιση. |
Αναφέρεται στην περιεκτικότητα σε πέτρες και χαλίκια που υπάρχουν στο έδαφος. Επηρεάζουν τη διάβρωση του εδάφους και τη διατήρηση της εδαφικής υγρασίας.
Η κλίση αναφέρεται στο πόσο απότομη είναι η επιφάνεια του εδάφους. Επηρεάζει τη διάβρωση, την άρδευση, τη χρήση των γεωργικών μηχανημάτων.
Καθορίζει τα μέτρα προστασίας των εδαφών που σχετίζονται με την υποβάθμιση.
Τάξη | Περιγραφή |
---|---|
Καμία | Καμία διάβρωση |
Ελαφρά | Εδάφη που έχουν χάσει μέρος του Α ορίζοντα αλλά κατά μέσο όρο λιγότερο από 25% του αρχικού Α ορίζοντα. Ενδείξεις είναι (α) λιγότερες αυλακώσεις (rills), (β) συγκέντρωση υλικών στη βάση μιας κλίσης ή σε ένα κοίλωμα, (γ) διάσπαρτες κηλίδες όπου ο ορίζοντας καλλιέργειας περιέχει υλικά από τον υποκείμενο ορίζοντα. |
Μέτρια | Εδάφη που έχουν χάσει κατά μέσο όρο 25-75% του αρχικού Α ορίζοντα. H επιφανειακή στρώση αποτελείται από μείγμα υλικών του Α ορίζοντα και του υποκείμενου ορίζοντα. Σε ορισμένες περιοχές μπορεί να υπάρχει μία σύνθετη κατάσταση από κηλίδες χωρίς καμία διάβρωση μέχρι κηλίδες όπου όλος ο Α ορίζοντας έχει απομακρυνθεί. Όπου ο Α ορίζοντας είναι αρκετά παχύς, ελάχιστη ή καμία ανάμειξη υλικών του Α ορίζοντα με τον υποκείμενο έχει λάβει χώρα. |
Ισχυρή | Εδάφη που έχουν χάσει όλο τον Α ορίζοντα και μερικούς από τους βαθύτερους ορίζοντες στη μεγαλύτερη έκταση. Το αρχικό έδαφος μπορεί να αναγνωρισθεί μόνο σε μεμονωμένες κηλίδες. |
Πολύ ισχυρή | Εδάφη που έχουν χάσει όλο τον Α ορίζοντα και μερικούς ή όλους τους βαθύτερους ορίζοντες στη μεγαλύτερη έκταση. Το αρχικό έδαφος μπορεί να αναγνωρισθεί μόνο σε μεμονωμένες κηλίδες. Παρατηρείται στην επιφάνεια ένα πολύπλοκο σύστημα αυλακώσεων και χαραδρώσεων. |
Η παρουσία των ανθρακικών αλάτων καθορίζονται ανάλογα με την περιεκτικότητα και το βάθος του εδάφους που ανιχνεύονται. Η ανίχνευσή τους γίνεται έμμεσα με την αντίδραση του εδάφους με αραιό υδροχλωρικό οξύ.
Τάξη | Περιγραφή |
---|---|
0 | Απουσία αντίδρασης σε όλο το βάθος της εδαφοτομής. |
1 | Απουσία αντίδρασης στο τμήμα 0-30 εκ (τμήμα Α). ενώ υπάρχει αντίδραση στο τμήμα 30-75 εκ (τμήμα Β) και/η στο τμήμα εδάφους 75-150 εκ (τμήμα Γ). |
2 | Ασθενής αντίδραση στον επιφανειακό ορίζοντα, τμήμα Α, ενώ η αντίδραση στα κατώτερα τμήματα δεν λαμβάνεται υπόψη. |
3 | Ισχυρή αντίδραση στην επιφάνεια, ενώ η αντίδραση στα άλλα τμήματα δεν λαμβάνεται υπόψη. |
Μητρικό υλικό εννοούμε το υλικό από το οποίο, μέσα από τις διαδικασίες της αποσάθρωσης, προκύπτει το έδαφος.
Το σύστημα ταξινόμησης των εδαφών που χρησιμοποιήθηκε είναι αυτό του Διεθνούς Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας (FAO), World Reference Base for Soil Resources (WRB 2015)
Η εκτίμηση ζωνών επικινδυνότητας από κατολισθήσεις βασίζεται στα γεωμορφομετρικά χαρακτηριστικά της εκάστοτε περιοχής, όπως η κλίση εδαφους και οι τύποι γεωμορφών, όσον αφορά μεγάλες κλίσεις εδάφους και απότομες πλαγιές, τα οποία σε συνάρτηση με την εγγύτητα στο οδικό δίκτυο ανέδειξαν ζώνες εκδήλωσης κατολισθητικών φαινομένων.
Η εκτίμηση επικινδυνότητας πλημμυρών βασίζεται στα γεωμορφομετρικά χαρακτηριστικά που εξήχθησαν από το ΨΜΕ, όπως η κλίση εδαφους και οι τύποι γεωμορφών, όσον αφορά χαμηλό υψόμετρο και επίπεδες επιφάνειες, όπου σε συνάρτηση με το υδρογραφικό δίκτυο ανέδειξαν ζώνες εκτεθειμένες σε πλυμμυρικά φαινόμενα.
H εκτίμηση επικινδυνότητας από τεκτονικά φαινόμενα βασίστηκε σε μορφοτεκτονικά χαρακτηριστικά που εξήχθησαν από το ΨΜΕ όπως ο δείκτης εύρους του τοπογραφικού αναγλύφου (Αr). Ο δείκτης εύρους τοπογραφικού αναγλύφου είναι η μέγιστη διαφορά υψομέτρου εντός 1 km2 και είναι χρήσιμος για την αξιολόγηση ενεργών τεκτονικών για τον προσδιορισμό πρόσφατων κατακόρυφων μετατοπίσεων. Οι υψηλότερες τιμές του δείκτη αναδεικνύουν κάθετες μετατοπίσεις ανυψωμένων ή καθιζόντων επιφανειών εδάφους, ενώ οι περιοχές χωρίς έντονη παραμόρφωση του τοπίου επισημαίνονται από τις χαμηλές τιμές του δείκτη.
Τα αποτυπώματα των κτηρίων έχουν εξαχθεί από δορυφορικές εικόνες των Bing Maps μεταξύ 2014 και 2023, συμπεριλαμβανομένων των δορυφορικών εικόνων Maxar και Airbus. Η εξαγωγή των κτηρίων αποτελείται από δύο στάδια: i) σημασιολογική τμηματοποίηση/αναγνώριση κτηριακών εικονοστοιχείων σε μια εναέρια εικόνα χρησιμοποιώντας βαθιά νευρωνικά δίκτυα και ii) πολυγωνισμός/μετατροπή ανιχνεύσεων εικονοστοιχείων ως κτήρια σε πολύγωνα. Τα κτήρια αυτά, ως κατασκευές και υποδομές του αστικού ιστού, χρησιμοποιήθηκαν για την εκτίμηση της επικινδυνότητας βάση της εγγύτητάς τους ως προς την βιοποικιλότητα. Ζώνες εγγύς στα κτήρια είναι υψηλής επικινδυνότητας για την βιοποικιλότητα ενώ ζώνες σε ασφαλή απόσταση από τα κτήρια αποτελούν ζώνες χαμηλής επικινδυνότητας.
Ο δείκτης κατάτμισης αναγλύφου (Di) είναι ο λόγος μεταξύ του απόλυτου αναγλύφου και του σχετικού αναγλύφου, δείχνοντας το βαθμό της κατάτμησης ή της κατακόρυφης διάβρωσης. Είναι ένας χρήσιμος δείκτης για τη μελέτη του εδάφους, της δυναμικής και των σταδίων της εξέλιξης του τοπίου, ιδιαίτερα της αλληλεπίδρασης μεταξύ διάβρωσης και εναπόθεσης. Οι χαμηλές τιμές του δείκτη υποδεικνύουν έλλειψη κατακόρυφης κατάτμησης/διάβρωσης και επομένως κυριαρχία της επίπεδης επιφάνειας, ενώ οι υψηλές τιμές του δείκτη υποδεικνύουν εξαιρετικά κατακερματισμένο έδαφος με κατακόρυφη έκταση κλίσης του εδάφους.
Ο δείκτης πυκνότητας αποστράγγισης (Dd) καθορίζει το συνολικό μήκος του ρέματος, σε σχέση με την περιοχή της λεκάνης. Ο δείκτης παρέχει την αξιολόγηση πληροφορίων σχετικά με το δυναμικό επιφανειακής απορροής, τον βαθμό ανατομής του τοπίου, τη διαπερατότητα των πετρωμάτων και την αντοχή στη διάβρωση. Ο δείκτης επηρεάζεται από παράγοντες όπως η κλίση του εδάφους και το σχετικό ανάγλυφο: οι χαμηλές τιμές σχετίζονται με χαμηλό ανάγλυφο, διαπερατό επιφανειακό υλικό και έδαφος με μακριές κορυφογραμμές. Υψηλές τιμές του δείκτη υποδεικνύουν υψηλό ανάγλυφο, αδιαπέραστο επιφανειακό υλικό και κατακερματισμένο έδαφος.
Ο δείκτης συχνότητας υδατικής ροής (Fu) αξιολογεί τον συνολικό αριθμό των τμημάτων υδατικής ροής εντός περιοχής της λεκάνης. Οι τιμές του δείκτη υποδεικνύουν τον βαθμό απότομης κλίσης του εδάφους, τη διαπερατότητα των γεωλογικών σχηματισμών και την επιφανειακή απορροή. Οι υψηλές τιμές του δείκτη συνδέονται με αδιαπέραστο επιφανειακό υλικό, υψηλό ανάγλυφο και χαμηλή ικανότητα διείσδυσης του νερού, ενώ οι χαμηλές τιμές υποδηλώνουν διαπερατό υλικό επιφάνειας, χαμηλό ανάγλυφο και υψηλή ικανότητα διείσδυσης του νερού. Οι υψηλές τιμές του δείκτη μπορεί να είναι ενδεικτικό για περιοχές με τραχύ υδρογραφικό δίκτυο και με την παραμόρφωση του υδρογραφικού δικτύου να είναι αποτέλεσμα νεοτεκτονικών δυνάμεων.
Ο τοπογραφικός δείκτης υγρασίας (ΤWI) αξιολογεί την υγρασία του εδάφους και τον κορεσμό της επιφάνειας που επηρεάζεται από τις αλλαγές στην κλίση των πρανών του εδάφους. Οι χαμηλές τιμές του δείκτη μπορούν να αναγνωρίσουν περιοχές που υποδεικνύουν: i) κοιλάδες σε σχήμα V που χαρακτηρίζονται από υψηλή τομή. ii) υψηλό ανάγλυφο όπου υπάρχει συσσώρευση υγρασίας σε χαμηλότερο βαθμό και iii) διαμήκεις κορυφογραμμές. Οι υψηλότερες τιμές του δείκτη μπορούν να αναδείξουν περιοχές που αποτελούνται από: i) επιφάνεια χαμηλής κλίσης του εδάφους και συσσώρευση υγρασίας σε υψηλότερο βαθμό, ή ii) αλλουβιακές αποθέσεις. Ο δείκτης TWI είναι χρήσιμος για την αξιολόγηση της κατανομής των επιφανειακών υδάτων της γήινης επιφάνειας λόγω τοπογραφικών αλλαγών και παραμόρφωσης του τοπίου.
Οι παραπάνω γεωμορφομετρικοί δείκτες και γεωμορφές χρησιμοποιήθηκαν στην μοντελοποίηση ενός συστήματος πολλαπλών κριτηρίων ανάλυσης αποφάσεων (ΠΚΑΑ) για την ανάδειξη του γεωμορφολογικού χάρτη. Πραγματοποιήθηκε μια ταξινόμηση αυτών των δεικτών χρησιμοποιώντας τον αλγόριθμο "Interactive Self-Organizing Data Analysis Technique (ISODATA). Η προσέγγιση ομαδοποίησης της καμπύλης ιστογράμματος ανέδειξε 8 κύριες γεωμορφομετρικές τάξεις ως μονάδες ταξινόμησης του εδάφους. Οι τάξεις αυτές παρέχουν μια λεπτομερή επισκόπηση των γεωμορφολογικών, υδρολογικών και μορφοτεκτονικών ιδιοτήτων της περιοχής.
Τάξη | Περιγραφή |
---|---|
1 | Παράκτια εδάφη, αλλουβιακές αποθέσεις και πεδιάδες χαμηλού ύψους (μέσος όρος: 108 μ.), με ήπιες κλίσεις εδάφους (μέσος όρος: 7,80 μοίρες), χαμηλός βαθμός παραμόρφωσης τοπίου, υψηλή συσσώρευση υγρασίας, χαμηλός βαθμός ανατομής ή κατακόρυφης διάβρωσης, πολύ χαμηλή τραχύτητα. |
2 | Πεδιάδες και κοιλάδες με μέσο υψόμετρο 208 μ., μέτριες κλίσεις (μέσος όρος: 17 μοίρες), πολύ χαμηλός βαθμός ανατομής ή κατακόρυφης διάβρωσης, διαπερατό υλικό επιφάνειας, υψηλή ικανότητα διείσδυσης νερού, μέτρια τραχύτητα εδάφους. |
3 | Πλαγιές λόφων και πλαγιές κοιλάδων με μέσο υψόμετρο 371 m, ήπιες κλίσεις (μέσος όρος: 10 μοίρες), μέτριο βαθμό ανατομής ή κατακόρυφης διάβρωσης, χαμηλή τραχύτητα εδάφους. |
4 | Πλαγιές λόφων και πλαγιές κοιλάδων με μεσαία ύψη (μέσος όρος: 493 m υψόμετρο), απότομες πλαγιές (μέσος όρος: 21 μοίρες), υψηλός βαθμός παραμόρφωσης τοπίου, χαμηλός βαθμός ανατομής ή κατακόρυφης διάβρωσης, υψηλή τραχύτητα εδάφους. |
5 | Ενδιάμεσα οροπέδια και πεδιάδες (μέσος όρος: 617 m υψόμετρο), ήπιες κλίσεις εδάφους (μέσος όρος: 11 μοίρες), υψηλή συσσώρευση υγρασίας, χαμηλός βαθμός παραμόρφωσης τοπίου, υψηλός βαθμός ανατομής ή κατακόρυφη διάβρωσης, αδιαπέραστο επιφανειακό υλικό, χαμηλή ικανότητα διήθησης νερού, χαμηλή τραχύτητα εδάφους. |
6 | Πλαγιές λόφων και πλαγιές κοιλάδων με μεσαία έως ψηλά ύψη (μέσος όρος: 838 μ. υψόμετρο), απότομες πλαγιές (μέση τιμή: 22 μοίρες), παρουσία κοιλάδων σε σχήμα V που χαρακτηρίζονται από υψηλή τομή, χαμηλή συσσώρευση υγρασίας και διαμήκεις κορυφογραμμές, μέτριος βαθμός ανατομής ή κατακόρυφης διάβρωση, υψηλή τραχύτητα εδάφους. |
7 | Περιοχές με μέσο υψόμετρο 1188 μ., απότομες κλίσεις (μέσος όρος: 20 μοίρες), υψηλός βαθμός παραμόρφωσης τοπίου, παρουσία κοιλάδων σε σχήμα V, χαμηλή συσσώρευση υγρασίας και διαμήκεις κορυφογραμμές, υψηλός βαθμός ανατομής ή κατακόρυφης διάβρωσης, υψηλή τραχύτητα εδάφους. |
8 | Περιοχές με μέγιστα ύψη (μέσος όρος: 1745 μ. υψόμετρο), απότομες πλαγιές (μέσος όρος: 24 μοίρες), υψηλός βαθμός παραμόρφωσης του τοπίου, παρουσία κοιλάδων σε σχήμα V, χαμηλά επίπεδα συσσώρευσης υγρασίας και διαμήκεις κορυφογραμμές, πολύ υψηλός βαθμός ανατομής ή κατακόρυφης διάβρωση, μέγιστη τραχύτητα εδάφους. |